Συντρόφισσες και Σύντροφοι Συναγωνιστές και Συναγωνίστριες Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες σφράγισε την πορεία των εξελίξεων στη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα μετά το 1991, όταν αποκαλύφθηκαν πλατιά οι συνέπειές της με την αποσύνθεση και διάλυση της Σ. Ένωσης και του ΚΚΣΕ.
Η κατάσταση που επικρατεί από τότε στην παγκόσμια σκηνή καθορίστηκε από αυτή την εξέλιξη. Αν στη σημερινή περίοδο ο ιμπεριαλισμός εξαπολύει πολέμους, καταβροχθίζει χώρες, υποδουλώνει έθνη και λαούς και ο καπιταλισμός ξεθεμελιώνει και σαρώνει όλα τα κατακτημένα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, ασκώντας την πιο άγρια πολιτική εκμετάλλευσης και καταπίεσης, αυτό είναι αποτέλεσμα της αποφασιστικής αλλαγής του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων προς όφελος των ΗΠΑ, ύστερα από την ανοιχτή και πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σ. Ένωση το 1991. Αν το λαϊκό και ευρύτερα επαναστατικό κίνημα αδυνατεί να οργανώσει μια αποτελεσματική άμυνα στην αχαλίνωτη επιθετικότητα του ιμπεριαλιστικού και καπιταλιστικού συστήματος, αυτό επίσης συνδέεται με την αποδιοργάνωση και την οπισθοχώρηση, τον ιδεολογικοπολιτικό αφοπλισμό, την κρίση που προκάλεσε στις γραμμές του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος η παλινόρθωση του καπιταλισμού και η πολιτική που άνοιξε το δρόμο στην παλινόρθωση. Έχει επομένως αποφασιστική σημασία για την πορεία του κομμουνιστικού κινήματος αν θα αναζητηθούν οι βαθύτερες αιτίες και θα δοθούν όσο γίνεται ουσιαστικές απαντήσεις στο θεμελιώδες ζήτημα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Για το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα η ανοιχτή και πλήρης παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σ. Ένωση, η διάλυσή της, όπως και η διάλυση του ΚΚΣΕ, ήταν η αναπόφευκτη κατάληξη, το τραγικό τέλος μιας ολέθριας διαδρομής που είχε αφετηρία της την κυριαρχία του ρεβιζιονισμού με το 20ό Συνέδριο το 1956. Η αντεπαναστατική γραμμή του 20ού Συνεδρίου, ανέτρεψε την επαναστατική γραμμή που κυριαρχούσε στο ΚΚΣΕ και στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα την περίοδο του Λένιν και του Στάλιν και έβαλε τα θεμέλια που οδήγησαν στον εκφυλισμό του σοσιαλιστικού συστήματος, στον ιδιόμορφο γραφειοκρατικό καπιταλισμό των Χρουστσιώφ – Μπρέζνιεφ, που, μέσα από μία διαδρομή σταδιακών μεταμορφώσεων, μετεξελίχθηκε με την γκορμπατσοφική περεστρόικα σε ολοκληρωμένο, κλασικό καπιταλισμό. Τιμώντας, σήμερα, τα 50 χρόνια από την έκδοση της “Αναγέννησης” και τη δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως ήταν ακριβώς το διεθνές μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα με επικεφαλής το ΚΚ Κίνας που έθεσε από τότε σε όλη την έκταση και το βάθος του το ζήτημα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και διεξήγαγε έναν αγώνα ζωής και θανάτου για την αποτροπή της. Τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ΄60, όταν ξέσπασε η μεγάλη πολεμική στους κόλπους του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, συνοψίζοντας ο Μάο την ιστορική πείρα της δικτατορίας του προλεταριάτου και αντλώντας διδάγματα από τη ρεβιζιονιστική ανατροπή στο ΚΚΣΕ, επεξεργάστηκε τη γενική γραμμή του κομμουνιστικού κινήματος στις συνθήκες του σοσιαλισμού, την καθοδηγητική θεωρία για τη συνέχιση της επανάστασης κάτω από τη δικτατορία του προλεταριάτου. Τόσο στη Σ.Ε., όσο και στην Κίνα, ο Λένιν, ο Στάλιν και ο Μάο διεξήγαγαν πολύχρονους ιδεολογικούς και πολιτικούς αγώνες ενάντια στους εκπροσώπους της νέας αστικής τάξης μέσα στο κόμμα, η έκβαση των οποίων κάθε φορά έκρινε την τύχη της επανάστασης. Ο πιο ξεχωριστός, ο πιο θυελλώδης και παρατεταμένος αγώνας, που πρόσφερε νέα στοιχεία στο κομμουνιστικό κίνημα, ήταν η Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση που εξαπέλυσε ο Μάο για την αποτροπή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην Κίνα και το βαθύτερο επαναστατικό μετασχηματισμό του σοσιαλιστικού εποικοδομήματος. Πρόσφερε νέα στοιχεία γιατί υλοποιούσε την κατεύθυνση πως οι αγώνες για τη στερέωση του σοσιαλισμού πρέπει να διεξάγονται όχι μόνο υπέρ των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, αλλά και με την άμεση, πλατιά και ορμητική συμμετοχή του στη μαζική κριτική και πάλη εναντίον των καπιταλιστικών δυνάμεων και για τη σοσιαλιστική αναμόρφωση και διαπαιδαγώγηση ολόκληρης της κοινωνίας μέσω της ταξικής πάλης. Η διαμόρφωση των κοινωνικών όρων που δεν θα επιτρέπουν τη γέννηση και ανάπτυξη της νέας αστικής τάξης και θα αποτρέπουν την παλινόρθωση του καπιταλισμού, η ιστορία της Σ.Ε. και της Κίνας έδειξε πως δεν είναι υπόθεση μιας γενιάς, αλλά μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου και πως η διεξαγωγή της ταξικής πάλης συνδέεται με την πολιτική του κόμματος και του κράτους σε όλους τους τομείς, με τους αντικειμενικούς περιορισμούς και το ιστορικό πλαίσιο που αντιμετωπίζει η επανάσταση σε κάθε στάδιο ανάπτυξής της. Αποδείχτηκε πως είναι ένα έργο αφάνταστα πιο δύσκολο, πιο σύνθετο και πιο βαθύ από αυτό της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας. Το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα έδωσε τις δικές του απαντήσεις πάνω σε όλα αυτά τα μεγάλα προβλήματα που συντάραξαν το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα μισό αιώνα τώρα. Κάθε αγωνιστής, που θέλει να ερμηνεύσει τις εξελίξεις αυτές, μπορεί να αναγνωρίσει στα συμπεράσματα και τη γενική γραμμή που πρόβαλλε το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα τη βάση για την κατανόηση ενός τόσο σύνθετου κοινωνικού φαινομένου, όπως είναι αυτό της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Βέβαια, τα συμπεράσματα αυτά δεν μπορούν να θεωρηθούν οριστικά και απόλυτα και υπάρχουν ζητήματα και πλευρές, ιδιαίτερα στο κεφάλαιο της διεξαγωγής της ταξικής πάλης για τη στερέωση της επαναστατικής εξουσίας και την απόκρουση των δυνάμεων της παλινόρθωσης, που πρέπει να διερευνηθούν με βάση ό,τι καινούργιο στοιχείο μπορεί να μας προσφέρει η εξέλιξη. Ιδιαίτερη σημασία έχει να διερευνηθεί πιο συστηματικά και να μελετηθεί ποιες συνθήκες επέτρεψαν στις κλίκες του Χρουστσιώφ και του Τενγκ Χσιάο Πινγκ να σφετεριστούν την κομματική και κρατική καθοδήγηση στη Σ. Ένωση και στην Κίνα. Η μεταβατική περίοδος από το ένα κοινωνικό σύστημα στο άλλο, η νίκη του νέου πάνω στο παλιό, περνά αναγκαστικά μέσα από μεγάλες ταξικές, επαναστατικές συγκρούσεις, από μεγάλες νίκες αλλά και οδυνηρές ήττες, μέχρι την οριστική σταθεροποίηση του νέου κοινωνικού συστήματος. Ο Λένιν έλεγε : “ Αν μελετήσουμε την ουσία του ζητήματος, θα δούμε πως δεν συνέβηκε, ποτέ στην ιστορία, ένας νέος τρόπος παραγωγής να επιβληθεί με το πρώτο, χωρίς μια μακρόχρονη περίοδο αποτυχιών, λαθών, υποχωρήσεων”. Όσο κι αν η αστική τάξη θριαμβολογεί πως ξόρκισε για πάντα το φάντασμα του σοσιαλισμού, όχι μόνο δεν μπορεί να φρενάρει την ιστορική πορεία της ανθρωπότητας προς το σοσιαλισμό, αλλά αντίθετα μέσα από την ήττα των επαναστάσεων αντλούνται τα μεγάλα διδάγματα για τις νέες επαναστάσεις του 21ου αιώνα. Όλα τα βασικά κοινωνικά και εθνικά προβλήματα, που απορρέουν από τη φύση του καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος και τα οποία διαμόρφωσαν τις αντικειμενικές συνθήκες για την ωρίμανση και το ξέσπασμα των σοσιαλιστικών και αντιιμπεριαλιστικών επαναστάσεων τον προηγούμενο αιώνα, εξακολουθούν να παραμένουν και σήμερα άλυτα και οξύτερα. Η ίδια η ζωντανή πραγματικότητα μας δείχνει ότι: α) Η κοινωνία δεν έπαψε να χωρίζεται σε τάξεις, πάνω στη βάση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Αντίθετα, ο χωρισμός αυτός δυνάμωσε, η απόσταση ανάμεσα στον πόλο του πλούτου και της φτώχειας μεγάλωσε. Καθημερινά, γινόμαστε μάρτυρες μιας πρωτοφανούς επίθεσης της αστικής τάξης ενάντια στην εργατική τάξη στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, που οδηγεί εκατομμύρια εργαζόμενους στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε πριν 6 χρόνια επανέρχεται ξανά, απειλώντας με νέα δεινά την εργατική τάξη και τους λαούς, αποκαλύπτοντας τη γύμνια και τις αγιάτρευτες πληγές του καπιταλιστικού συστήματος, τον απάνθρωπο και καταστροφικό χαρακτήρα του. β) Ο κόσμος δεν έπαψε να κυριαρχείται από μια χούφτα ιμπεριαλιστικά κράτη που εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν την τεράστια πλειοψηφία των εθνών και των λαών. Αντίθετα, η καταλήστευση και καταπίεση, η αναβίωση της ίδιας της αποικιοκρατίας με ανοιχτές πλέον μορφές επέμβασης, προσάρτησης και κατοχής εθνών και χωρών από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, δείχνει πως η αντίθεση αυτή όχι μόνο υπάρχει αλλά ότι οξύνεται σε εκρηκτικό βαθμό. Αυτό δείχνουν οι πόλεμοι κατάκτησης και υποδούλωσης που εξαπέλυσε ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του τα προηγούμενα χρόνια στα Βαλκάνια, τη Μ. Ανατολή, τη Β. Αφρική και που ξεκίνησαν ξανά τώρα ενάντια στη Συρία και το Ιράκ. γ) Ο ίδιος ο ιμπεριαλισμός δεν έπαψε να χωρίζεται σε αντίπαλα στρατόπεδα και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής και το ξαναμοίρασμα του κόσμου, συντελείται διαρκώς, κάθε ώρα και κάθε στιγμή υπόγεια και φανερά. Ο πόλεμος συνέπεια αυτού του άγριου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, έγινε το κυρίαρχο δόγμα της πολιτικής των ΗΠΑ. Μία τέτοια πολεμική σύγκρουση εξελίσσεται τώρα στην Ουκρανία, όπου ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός θέλει να τη θέσει κάτω από τον έλεγχο και την κυριαρχία του, εκτοπίζοντας την επιρροή του ρώσικου ιμπεριαλισμού. Ακόμη οι εξελίξεις που συντελούνται τώρα στην Κύπρο και την Ανατ. Μεσόγειο με τους τοπικούς αντιδραστικούς εθνικισμούς, προσλαμβάνουν μια επικίνδυνη διάσταση και σκοτεινιάζουν τον ορίζοντα της περιοχής, καθώς εντάσσονται σε έναν ευρύτερο ανταγωνισμό των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την καταλήστευση των πρώτων υλών και τον έλεγχο της περιοχής. Όλες αυτές οι αγεφύρωτες αντιθέσεις που αποτέλεσαν το έδαφος πάνω στο οποίο ξέσπασε η πρώτη σοσιαλιστική επανάσταση τον Οκτώβρη τυο 1917, εξακολουθούν σήμερα να υπάρχουν, να οξύνονται, να οδηγούνται σε νομοτελειακή έκρηξη και σε ξέσπασμα νέων μεγάλων επαναστατικών συγκρούσεων. Αν σήμερα η προοπτική αυτή δεν φαίνεται κοντινή, αυτό δεν έχει να κάνει με την ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών, αλλά με τη σημερινή φάση που βρίσκεται το κομμουνιστικό και το ευρύτερο επαναστατικό κίνημα. Είναι μια επώδυνη φάση μετά από σοβαρές
ήττες, φάση ανασυγκρότησης και άντλησης διδαγμάτων από την προηγούμενη περίοδο, είναι ταυτόχρονα μια περίοδος νέας ωρίμανσης των καταπιεζόμενων μαζών στην αθέατη βάση της κοινωνίας. Έχει γι' αυτό μεγάλη σημασία σε αυτήν τη φάση του κινήματος, οι μαρξιστές – λενινιστές να παραμείνουν αταλάντευτα προσηλωμένοι στο καθήκον της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος και στην αναδημιουργία του κόμματος της εργατικής τάξης πάνω σε μια μαρξιστική – λενινιστική γραμμή. Σύντροφοι και συντρόφισσες Συναγωνιστές και συναγωνίστριες Πριν από 50 χρόνια, η “Αναγέννηση” και το νεοδημιουργημένο μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα της χώρας μας πρόβαλλαν μια γενική πολιτική γραμμή που καλούσε σε αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και την άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, σε αντιπαράθεση με την πολιτική των ρεβιζιονιστών που αρνούνταν τον αντιαμερικάνικο, αντινατοϊκό, αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, περιορίζοντας την πάλη των λαϊκών μαζών σε επιμέρους βελτιώσεις του καθεστώτος της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, μετατρέποντας έτσι την Αριστερά και το λαϊκό κίνημα σε εξάρτημα της πολιτικής της μεγαλοαστικής τάξης. Αυτοί οι μεγάλοι αντιιμπεριαλιστικοί στόχοι, που έθεσε από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα, διατηρούν ακέραια τη σημασία και την αξία τους όλο το διάστημα, που πέρασε από τότε, ενώ τα τελευταία χρόνια οι στόχοι αυτοί ήρθαν με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα, ύστερα από την απροκάλυπτη, θεσμοθετημένη μορφή που πήρε η κυριαρχία των ιμπεριαλιστών πάνω στο λαό και τη χώρα. Επίσης διατηρεί ακέραια τη σημασία και την αξία της και γίνεται όσο ποτέ επίκαιρη η αντιπαράθεση με την πολιτική του ρεβιζιονισμού, καθώς και σήμερα, είτε αποδέχεται και εξωραΐζει την ιμπεριαλιστική κυριαρχία, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε απαρνιέται τα μεγάλα αντιιμπεριαλιστικά αιτήματα και καταριέται τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία στο όνομα ενός κούφιου αντικαπιταλισμού, όπως κάνει το ΚΚΕ. Οι κρίσιμες εξελίξεις της τελευταίας πενταετίας με την υπαγωγή της Ελλάδας σε διεθνή οικονομικό έλεγχο και επιτήρηση από τους κηδεμόνες της ΕΕ και του ΔΝΤ, κατέδειξε την πραγματική θέση της μέσα στο σύγχρονο ιμπεριαλιστικό σύστημα, τον έλεγχο και την κυριαρχία που ασκεί πάνω στη χώρα μας ο ιμπεριαλισμός. Και αποκάλυψε το χαρακτήρα της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης και την υποτελή, ταξική πολιτική των αστικών κομμάτων, που εξασφαλίζει με τη ληστρική εκμετάλλευση του λαού, τα ταξικά συμφέροντα και προνόμια της άρχουσας τάξης και, πάνω απ' όλα, τα συμφέροντα των ξένων προστατών της που λυμαίνονται το λαό και τη χώρα. Η συγκυβέρνηση Σαμαρά παίρνοντας τη σκυτάλη από τις κυβερνήσεις Παπαδήμου και Παπανδρέου, επί δυόμισι χρόνια κατεδαφίζει εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, καρατομεί μεροκάματα, μισθούς και συντάξεις, στραγγίζει τα λαϊκά εισοδήματα με αλλεπάλληλες φοροληστρικές επιδρομές, επισφραγίζοντας τη μεγαλύτερη μεταπολεμικά αντιδραστική οικονομική και κοινωνική ανατροπή σε βάρος της εργατικής τάξης και όλου του λαού, που ξεκίνησε με την υπαγωγή της χώρας στα ιμπεριαλιστικά μνημόνια, το Μάη του 2010 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ρίχνοντας η κυβέρνηση Σαμαρά όλα τα βάρη πάνω στο λαό και χαλκεύοντας νέα πολύχρονα δεσμά εξάρτησης, αναπαράγει και οξύνει όλες τις εσωτερικές αντιθέσεις του καθεστώτος, οδηγείται σε ασφυκτική πολιτική απομόνωση και επιταχύνεται η πορεία φθοράς της, καθώς στενεύει διαρκώς η λαϊκή βάση που πάνω της στηρίζονταν οι πλουτοκρατικές κορυφές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Άμεσος στόχος της συγκυβέρνησης είναι να συναθροίσει με κάθε τρόπο τους 180 βουλευτές για να εκλεγεί Πρόεδρος Δημοκρατίας και να αποφύγει τις εκλογές, διασώζοντας από ναυάγιο την αντιλαϊκή εξουσία της. Για το σκοπό αυτό πόνταρε σε μια ενορχηστρωμένη επιχείρηση απάτης και δημαγωγίας, προαναγγέλλοντας και προφασιζόμενη την έξοδο από τα μνημόνια, την τρόικα και το ΔΝΤ, υπολογίζοντας πως κάποια δωράκια θα της έδιναν οι προστάτες της. Πριν προλάβει να διατυπώσει επίσημα στα αφεντικά της ένα τέτοιο ενδεχόμενο για να διευκολυνθεί στους επικοινωνιακούς σχεδιασμούς της, εκδηλώθηκαν ακαριαία οι συντριπτικές ιμπεριαλιστικές πιέσεις μέσω των περιβόητων “αγορών”, δημιουργώντας εν ριπή οφθαλμού εικόνα οικονομικού κραχ και εξαναγκάζοντας το Σαμαρά να δώσει, αμέσως, όρκους πίστης στις εντολές για απαρέγκλιτη τήρηση των δεσμεύσεων και πειθήνια αποδοχή της ασφυκτικής ιμπεριαλιστικής επιτήρησης και εποπτείας. Οι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές δεν επιτρέπουν καμιά χαλάρωση, καμιά παρέκκλιση από τα διατεταγμένα. Οι εντολές τους είναι σαφείς και κονιορτοποιούν την κυβερνητική προπαγάνδα, αδιαφορώντας αν πρόκειται για τους πιστούς υπηρέτες τους Σαμαρά – Βενιζέλο. Και ταυτόχρονα στέλνουν μήνυμα για τα επερχόμενα προς τους επίδοξους κυβερνήτες του ΣΥΡΙΖΑ που φλυαρούν για διαγραφή του χρέους κ.ο.κ., καθιστώντας σαφές πως η όποια ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αποδέχεται τον ασφυκτικό έλεγχο και επιτήρηση των δανειστών και να λογοδοτεί σε αυτούς και μόνο. Η συνέχιση της αντιλαϊκής επέλασης, η υποδούλωση της χώρας στους ιμπεριαλιστές δυνάστες είναι δεδομένα. Η μορφή μόνο μπορεί να εξεταστεί. Όπως φαίνεται μπορεί να αντικατασταθούν οι λαομίσητες λέξεις “μνημόνια”, “τρόικα”, ΔΝΤ, από κάποιες νέες που σκαρφίζονται και επινοούν όπως “προληπτική γραμμή στήριξης”, για να διευκολυνθεί η εγχώρια οικονομική ολιγαρχία και η όποια κυβερνητική εκδοχή στην εφαρμογή αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής. Σε αυτές τις συνθήκες, παρά τις απεγνωσμένες κινήσεις Σαμαρά – Βενιζέλου να δημιουργήσουν μια επίπλαστη εικόνα συνοχής και ένα κλίμα πολιτικής σταθερότητας, το στοιχείο που αρχίζει να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της χώρας είναι η πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα και ισχυροποιείται το ενδεχόμενο αναγκαστικής προσφυγής στις κάλπες με αφορμή την αδυναμία εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας. Και μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο ήδη οξύνεται η πολιτική κατάσταση και στήνεται ένα σκηνικό μιας διπολικής, διχαστικής όσο και κάλπικης αντιπαράθεσης, ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, που έχει στόχο να εγκλωβίσει το λαό στα πλαίσιά της, αναπαράγοντας στις σημερινές συνθήκες πλαστά, εκβιαστικά διλήμματα που κυριάρχησαν για δεκαετίες την προηγούμενη περίοδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που διεκδικεί τώρα με αξιώσεις την κυβερνητική εξουσία, πέρασε από πολλές “μεταλλάξεις”, πάντα όμως σε όλο και πιο δεξιά κατεύθυνση. Ιδεολογικά, είναι εντελώς αποκομμουνιστικοποιημένος και το “Αριστερά”, στον τίτλο του και στην τρέχουσα συνθηματολογία του, είναι απλώς ένα κάλυμμα με το οποίο προσπαθεί να σκεπάσει την ψευτοαριστερή, ουσιαστικά αστική, σοσιαλδημοκρατική φύση του. “Έπιασε” το σύνθημα “για μια κυβέρνηση της Αριστεράς” που έριξε το 2012, και μπόρεσε έτσι να παγιδεύσει κάτω από τις εκλογικές φτερούγες του πολύ κόσμο. Από τότε πέρασαν δυόμισι χρόνια. Και τα πράγματα ξεκαθάρισαν ως προς τον πραγματικό χαρακτήρα του για όσους δεν θα ήθελαν να αγνοήσουν τα γεγονότα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε δυνατά το ρόλο του σαν αξιωματική αντιπολίτευση και όπως φαίνεται τώρα θα πάει στις επόμενες εκλογές με περισσότερα ατού. Είναι πια ο δεύτερος βασικός αστικός πόλος μετά τον κυβερνητικό ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Και τώρα προσπαθεί να πείσει εκείνους που πραγματικά κάνουν κουμάντο στη χώρα, δηλαδή την ντόπια μεγαλοαστική τάξη, τους Αμερικάνους και Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, ότι δεν θα είναι επικίνδυνος για το σύστημα, αν γίνει κυβέρνηση. Πήγε παντού γι' αυτό το σκοπό ο Τσίπρας, και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, συναντήθηκε και με τον Σόιμπλε και με τον Ντράγκι, ακόμα και με τον Πάπα στο Βατικανό. Εκτέθηκε και ως υποψήφιος για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Και στο εσωτερικό της χώρας μια χαρά τα πάει με τον ΣΕΒ και άλλους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες με επιρροή. Πήγε και στο Άγιο Όρος. Όσο για τα αντιμνημονιακά του, τέλειωσαν οι δηλώσεις για μονομερείς ενέργειες. Θα κάνει σοβαρές διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, λέει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Στα βασικά έτσι κι αλλιώς είναι ξεκάθαρος. Είναι υπέρ της ΕΕ, της ΟΝΕ και της πρόσδεσης της Ελλάδας σ' αυτές, αναγνωρίζει την παραμονή της χώρας στο ΝΑΤΟ. Για όσα αφορούν τα λαϊκά προβλήματα, την πείνα, την ανεργία, την εξαθλίωση που βιώνει η μεγάλη πλειοψηφία του λαού κάτω από τα ανελέητα κυβερνητικά μέτρα λιτότητας, ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολείται, λέει, στο κοινοβούλιο με αυτά, υποβάλλει ερωτήσεις, τροπολογίες νόμων κ.ο.κ. Κινηματικά είναι στο μηδέν. Τα άλλα, όταν θα γίνει κυβέρνηση και θα εφαρμόσει το πρόγραμμά του, το οποίο ας σημειωθεί περιλαμβάνει κάποια ψίχουλα μέτρων, που μόλις ξεπερνούν τα ψίχουλα των Σαμαρά – Βενιζέλου με τις λεγόμενες “ελαφρύνσεις” τους. Δεν είναι καθόλου άσχετο πως η υποχώρηση των μεγάλων πανεργατικών κινητοποιήσεων της διετίας 2010 – 2011 αρχίζει αμέσως μετά τις εκλογές του 2012, όταν αναδεικνύεται ο ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αντί η εκτίναξη ενός κόμματος, που μιλά στο όνομα της Αριστεράς, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να δυναμώσει ακόμα περισσότερο το λαϊκό κίνημα, να πυκνώσει και να μαζικοποιήσει τις λαϊκές κινητοποιήσεις, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η λαϊκή οργή και αγανάκτηση από τον καταιγισμό των αντιλαϊκών μέτρων που κλιμακώθηκε όλη αυτή την περίοδο, αντί να μετασχηματιστεί σε λαϊκό αγώνα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να την εκτονώσει, να την ενσωματώσει και να τη μετασχηματίσει σε παραλυτική εκλογική προσδοκία, υποτάσσοντας τους αγώνες στην προοπτική ανόδου του στην κυβερνητική εξουσία, συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά στην υπονόμευση και αποδιοργάνωση του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Η μόνη πίεση που ασκούσε στην κυβέρνηση τα προηγούμενα δύο χρόνια ήταν για τη διεξαγωγή εκλογών και τώρα δίνει τα ρέστα του μπροστά στην εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας. Τα πράγματα είναι ολοφάνερα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται να ασκήσει μια αστική διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας, αν και όταν την αναλάβει. Είναι η μεγάλη εφεδρεία που διαθέτει σήμερα η μεγαλοαστική τάξη για να χειριστεί τα πολιτικά πράγματα όπως και αν προκύψουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματικά δεν είναι επικίνδυνος για το κεφάλαιο, για την πλουτοκρατική ολιγαρχία και τους ξένους ιμπεριαλιστές. Είναι όμως επικίνδυνος για το λαό, για την εργατική τάξη και όλους τους εργαζόμενους, γι' αυτό χρέος του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος είναι να ξεσκεπάσει το ψευτοαριστερό προσωπείο του, να καταπολεμήσει τη σοσιαλδημοκρατική, αστική φύση του και να προφυλάξει τις λαϊκές μάζες από τις αυταπάτες που καλλιεργεί. Καθώς ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ εγκλωβίζουν το λαό σε μια κάλπικη, αποπροσανατολιστική διαμάχη και καλλιεργούνται οι πιο επικίνδυνες εκλογικές αυταπάτες που επιδεινώνουν την αρνητική κατάσταση του κινήματος και διαμορφώνουν κλίμα κινηματικής απραξίας, οι δυνάμεις μας πρέπει να αντιτάξουν και να επιμείνουν στο δικό μας προσανατολισμό, στο δρόμο του μαζικού, λαϊκού εξωκοινοβουλευτικού αγώνα, με προσήλωση στις επαναστατικές αρχές της προλεταριακής κοσμοθεωρίας και με σταθερή εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαϊκού αγώνα, στη δύναμη των μαζών. Αντικρούοντας τον γενικό ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι δυνάμεις του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος πρέπει να δυναμώσουν τη δική τους ανεξάρτητη μετωπική πολιτική πάλη. Στην κατεύθυνση αυτή δίνει τη δική της συμβολή η ΛΑ-ΑΑΣ για την υπόθεση του λαϊκού, δημοκρατικού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Ένα χρόνο τώρα, η ΛΑ-ΑΑΣ αναπτύσσει μια σημαντική δράση, θέτοντας στο επίκεντρο των προσπαθειών της τον αγώνα για την απόκρουση των βάρβαρων μνημονιακών μέτρων, για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής της πείνας, της ανεργίας και της εξαθλίωσης, ως αναπόσπαστο τμήμα του γενικότερου αγώνα για την απαλλαγή από τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, την έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, το διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων και των πυρηνικών, την ανατροπή της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης, για Δουλειά, Ειρήνη, Δημοκρατία, Εθνική Ανεξαρτησία. Μέσα στην πρακτική του ταξικού αγώνα για τα ζωτικά αιτήματα και προβλήματα των εργαζομένων, μέσα στο μαζικό κίνημα και την κοινή δράση, μέσα από το ξεδίπλωμα της πάλης της ΛΑ-ΑΑΣ κεντρικά και τοπικά στη βάση του ευρύτερου πολιτικού της προσανατολισμού και σε αντιπαράθεση με τα αντίπαλα πολιτικά ρεύματα θα δυναμώνουν οι αγωνιστικοί δεσμοί και θα κάνει βήματα μπροστά η υπόθεση των δυνάμεων του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος. Σύντροφοι και Συντρόφισσες, Κοντά έναν αιώνα από την ίδρυση του επαναστατικού ΚΚΕ το 1918, και μισό αιώνα από τη δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος το 1964, αναλογιζόμενοι το βάρος αυτών των ιστορικών σταθμών που σημαδεύουν την αδιάκοπη πορεία των κομμουνιστών – μαρξιστών – λενινιστών, εμείς και προπαντός η νέα γενιά των συντρόφων μας, εξοπλισμένοι με την επαναστατική κληρονομιά και αντλώντας διδάγματα από την πείρα των επιτυχιών και από την πείρα των αποτυχιών και των λαθών, πρέπει να προχωρήσουμε σταθερά μπροστά στους νέους αγώνες, με την ακλόνητη πεποίθηση πως τη σημερινή άμπωτη του επαναστατικού κινήματος θα τη διαδεχθεί η πλημμυρίδα του, το ξέσπασμα νέων μεγάλων επαναστάσεων που θα συγκλονίσουν την ανθρωπότητα στο πέρασμα του 21ου αιώνα.